Ιατρείo: Κηφισιάς - Δείτε την διεύθυνση εδώ! Τηλέφωνο Επικοινωνίας: 210 808 1928

ΠΡΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ

προγεννητικός έλεγχος

Στην αρχή μιας εγκυμοσύνης, διενεργείται μια σειρά εργαστηριακών εξετάσεων, προκειμένου να διαπιστώσουμε ότι η μέλλουσα μητέρα είναι υγιής και ότι δεν πάσχει από κάποιο νόσημα που μπορεί να επηρεάσει την εγκυμοσύνη.

Κατά τη διάρκεια της κίνησης, η μέλλουσα μητέρα υποβάλλεται μηνιαίως σε εξέταση, που περιλαμβάνει υπερηχογράφημα ανάπτυξης του εμβρύου, εξετάσεις αίματος εκτίμηση του σωματικού βάρους της εγκύου, μέτρηση της αρτηριακής πίεσης και των σφύξεων. Επιπλέον κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, λαμβάνουν χώρα τα εξής υπερηχογραφήματα:

Σε περιπτώσεις που απαιτείται ή ζητείται από το ζευγάρι:

1* Αν η έγκυος είναι Rhesus αρνητική, τότε ο σύντροφος υποβάλλεται και αυτός σε εξέταση Rhesus. Εάν είναι αρνητικός (Rh-), δεν υπάρχει κανένα θέμα και το μικρό που θα γεννηθεί θα είναι και αυτό Rh-. Εάν ο σύντροφος είναι Rh (+), υπάρχει πιθανότητα να είναι και το έμβρυο RΗ (+) και άρα να έχει ασυμβατότητα με τη μητέρα. Στις περιπτώσεις αυτές, χορηγείται ενέσιμα στη γυναίκα μία ουσία (γ – σφαιρίνη) για την αποφυγή μιας κατάστασης που είναι γνωστή ως “αιμολυτική νόσος των νεογνών”.

*2 H ηλεκτροφόρηση αιμοσφαιρίνης και το τεστ δρεπανώσεως ανιχνεύουν πιθανή ύπαρξη αιμοσφαιρινοπαθειών. (πχ μεσογειακή αναιμία, δρεπανοκυτταρωση). Με τον όρο “στίγμα” εννοούμε την ετερόζυγο Β’ μεσογειακή αναιμία. Όταν η μέλλουσα μητέρα έχει στίγμα, τότε θα πρέπει υποχρεωτικά να υποβληθεί σε εξέταση και ο σύντροφος. Όταν ένας από τους δύο γονείς έχει στίγμα, το έμβρυο έχει 50% να έχει και αυτό. Το στίγμα δεν επηρεάζει την καθημερινότητα ενός ατόμου.

Όταν και οι δύο γονείς έχουν στίγμα, οι πιθανότητες που προκύπτουν είναι οι εξής :

1) 25% πιθανότητα το έμβρυο/παιδί να έχει μεσογειακή αναιμία.
2) 25% πιθανότητα να μην έχει τίποτε.
3) 50% πιθανότητα να έχει και αυτό στίγμα.

Στις περιπτώσεις αυτές που και οι δύο γονείς έχουν στίγμα, συνιστάται αμνιοπαρακέντηση ή λήψη τροφοβλάστης.

κυστική ίνωση

Ο έλεγχος της κυστικής ίνωσης στη χώρα μας δεν περιλαμβάνεται στο προγεννητικό έλεγχο. Εμείς θεωρούμε ότι είναι χρήσιμο τα ζευγάρια να υποβάλλονται στον έλεγχο κυστικής ίνωσης, καθώς αποτελεί μια θανατηφόρο κληρονομούμενη νόσο. Ο εν λόγω έλεγχος είναι μοριακός γονιδιακός έλεγχος και γίνεται με λήψη αίματος ή εξέταση DNA από κύτταρα της παρειάς του στόματος.

ΑΥΧΕΝΙΚΗ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ

Ο προγεννητικός έλεγχος των 11 εώς 13+6 εβδομάδων κύησης, εδώ και μια δεκαετία ολοένα και προσαρμόζεται με μεγαλύτερη διαγνωστικότητα και αξιοπιστία στην ανίχνευση εμβρυϊκών ανωμαλιών διάπλασης.

Ο προγεννητικός έλεγχος των 11 έως 13+6 εβδομάδων κύησης αναφέρεται και ως «προγεννητικός έλεγχος Ά επιπέδου» ή «PAPPA και Αυχενική Διαφάνεια» και γίνεται αφενός με την λήψη αίματος απο την έγκυο για την μέτρηση των βιοχημικών δεικτών και αφετέρου με τον υπερηχογραφικό έλεγχο του κυήματος προσφέροντας τη δυνατότητα πρώιμης διάγνωσης εμβρυϊκών ανωμαλιών διάπλασης και την εκτίμηση της ποσόστοσης του κινδύνου εχρωμοσωμικών ανωμαλιών.

Πιο συγκεκριμένα,σε έμβρυα με σύνδρομο Down ανιχνεύεται χαμηλή άλφα εμβρυϊκή πρωτεϊνη του ορού της μητέρας(ΑFP), χαμηλή ελεύθερη οιστριόλη(uE3) και υψηλή β-χοριακή γοναδοτροπίνη(β-HCG) ενώ σε έμβρυα με τρισωμία 18 όλοι οι προηγούμενοι δείκτες είναι χαμηλοί. Σε ηλικία 9-12 εβδομάδων, ο ποσοτικός προσδιορισμός στον ορό του αίματος της PAPP-A σε συνδυασμό με την ηλικία της μητέρας είναι δυνατόν να διαγνώσει το 60% των περιπτώσεων συνδρόμου Down  με 5% ψευδώς θετικά αποτελέσματα. Στο σύνδρομο Down υπάρχει μείωση της PAPP-A ενώ όταν οι χαμηλές τιμές της  PAPP-A συνδυάζονται με υψηλές τιμές ελεύθερης β-χοριακής, αυξάνεται η πιθανότητα ανίχνευσης του.Γενικά, ο συνδυασμός δεικτών μπορεί να αυξήσει την ακρίβεια της διάγνωσης. Έτσι, στο 1ο τρίμηνο, ο συνδυασμός της αυχενικής διαφάνειας(ΝΤ), της PAPP-A και της ελεύθερης β-HCG , έχει ποσοστό ανίχνευσης 76% του συνδρόμου Down, ενώ ο συνδυασμός  NT, PAPP-A, AFP , β-HCG, uE3 και ανασταλτίνης Α έχει ποσοστό 86%. Βέβαια, η οριστική διάγνωση της χρωμοσωμικής ανωμαλίας γίνεται με τον εμβρυϊκό καρυότυπο.

ΥΠΕΡΗΧΟΓΡΑΦΗΜΑ Β΄ ΕΠΙΠΕΔΟΥ

Η υπερηχογραφία είναι διαγνωστική μέθοδος απεικόνισης για την εκτίμηση της κατάστασης του εμβρύου.

Πότε γίνεται ο υπερηχογραφικός έλεγχος β’ επιπέδου;

Στον υπερηχογραφικό αυτόν έλεγχο(β΄επιπέδου) η μητέρα υποβάλλεται κατά το διάστημα, που μεσολαβεί μεταξύ της 21ης και της 25ης εβδομάδας της εγκυμοσύνης και σκοπό έχει να ελέγξει την ανατομία του εμβρύου. Φαίνεται, πως το βέλτιστο στάδιο για τον έλεγχο αυτό εκτείνεται μεταξύ της 23ης και της 24ης εβδομάδας της εγκυμοσύνης.

Γιατί δεν πρέπει να γίνεται νωρίτερα ή αργότερα ο υπερηχογραφικός έλεγχος  β-επιπέδου;

Αν το υπερηχογράφημα αυτό γινόταν νωρίτερα από την 21η εβδομάδα, η υπερηχογραφική απεικόνιση των οργάνων δεν θα ήταν η καλύτερη δυνατή. Αντίθετα, αν γινόταν αργότερα από την 25η εβδομάδα, η πυκνότητα των οστών του κρανίου θα είχε αυξηθεί τόσο, ώστε θα παρεμποδιζόταν σε σημαντικό βαθμό ο έλεγχος του εγκεφάλου. Η δυνατότητα των υπερήχων να διαπεράσουν τους διάφορους ιστούς είναι αντιστρόφως ανάλογη με την πυκνότητα των ιστών αυτών. Με άλλα λόγια, όσο πιο πυκνός είναι ένας ιστός, τόσο περισσότερο εμποδίζει τη διέλευση των υπερήχων

Τι ελέχουμε με το υπερηχογράφημα β’ επιπέδου;

Με το υπερηχογράφημα Β’ τριμήνου εκτιμούμε το μέγεθος της πιθανότητας και όχι τη βεβαιότητα να έχει το έμβρυο σύνδρομο Down.

Παρά το ότι  αυτό το υπερηχογράφημα μας δίνει σπουδαίες πληροφορίες για το έμβρυο, πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι δεν είναι δυνατό να εντοπιστούν όλες οι παθολογικές καταστάσεις. Αυτό συμβαίνει, γιατί ορισμένες χρωμοσωματικές και ανατομικές ανωμαλίες παρουσιάζουν υπερηχογραφικά ευρήματα, ενώ κάποιες άλλες όχι, όπως αναφέρεται και στη διεθνή βιβλιογραφία (RCOG 2000). Πιο ενδελεχή έλεγχο των χρωμοσωμικών νοσημάτων του εμβρύου αποτελούν οι επεμβατικές διαγνωστικές μέθοδοι, οι οποίες όμως θα πρέπει να γίνονται μόνο εφόσον κρίνεται αναγκαίο, καθώς ενέχουν μικρό μεν, υπολογίσιμο δε κίνδυνο αποβολής.

Ποια είναι τα οφέλη του υπερηχογραφήματος;

Διάρκεια & συνθήκες εξέτασης
Η διάρκεια του υπερηχογραφήματος Β’ τριμήνου εξαρτάται από τη θέση του εμβρύου, τον αριθμό των κυοφορούντων εμβρύων, αλλά και από συνθήκες που μπορεί να δυσχεραίνουν την απεικόνιση, όπως π.χ. ο σωματικός δείκτης της μητέρας.

Όταν οι συνθήκες και η θέση του εμβρύου είναι ιδανικά, η εξέταση διαρκεί 30-45 λεπτά. Εάν η θέση του εμβρύου δεν είναι ιδανική για να εξεταστεί λεπτομερώς, τότε ο γιατρός μπορεί να ζητήσει να γίνει διάλειμμα και κατόπιν να συνεχιστεί η εξέταση (δίνεται χρόνος, ώστε οι συνθήκες να γίνουν πιο ευνοϊκές, π.χ. να αλλάξει θέση το έμβρυο). Η επιθυμητή θέση του εμβρύου μπορεί να είναι είτε ανάσκελα είτε μπρούμυτα, ανάλογα με το τι θέλει ο γιατρός να μελετήσει κάθε φορά.

Πώς γίνεται το υπερηχογράφημα Β’ τριμήνου και τι πληροφορίες μας δίνει;

Η εξέταση γίνεται διακοιλιακά. Αρχικά,  μελετάται η ανάπτυξη του εμβρύου, η καρδιακή του συχνότητα, οι κινήσεις και η προβολή του (κεφαλική, ισχιακή κ.ά.), η ποσότητα του αμνιακού υγρού, η θέση και η ωρίμανση του πλακούντα.

Στη συνέχεια με ιδιαίτερη προσοχή ελέγχεται λεπτομερώς η ανατομία του εμβρύου ξεκινώντας από το κεφάλι και τον εγκέφαλο, το πρόσωπο, το τράχηλο (λαιμό) και το πάχος του δέρματος πίσω από τον αυχένα (αυχενική πτυχή), τη σπονδυλική στήλη, το θώρακα και τους πνεύμονες, την καρδιά, το γαστρεντερικό και ουροποιητικό σύστημα, τα άνω και τα κάτω άκρα, τα έξω γεννητικά όργανα και τέλος μελετάται ο ομφάλιος λώρος του εμβρύου, ο αριθμός των αγγείων του, αλλά και από που εκφύεται στον πλακούντα.

Η πιθανότητα που υπάρχει στην κάθε έγκυο για πρόωρο τοκετό (δηλαδή πριν τις 33 εβδομάδες της εγκυμοσύνης) εκτιμάται με τη μέτρηση του μήκους του τραχήλου με διακολπικό υπερηχογράφημα. Η σπουδαιότητα της μέτρησης του μήκους του τραχήλου είναι ακόμη μεγαλύτερη στις πολύδυμες εγκυμοσύνες (δηλαδή με περισσότερα από ένα έμβρυα), στις γυναίκες με προηγούμενο ιστορικό πρόωρου τοκετού και σε εκείνες που έχουν υποβληθεί σε κάποια επέμβαση του τραχήλου της μήτρας.

Ακόμα, κατά τη διάρκεια αυτής της εξέτασης εκτιμάται η απόσταση που υπάρχει μεταξύ του κάτω χείλους του πλακούντα και του έσω τραχηλικού στομίου (δηλαδή εάν ο πλακούντας έχει χαμηλή ή υψηλή θέση στη μήτρα) και η αντίσταση που υπάρχει στη ροή του αίματος στις μητριαίες αρτηρίες (αρτηρίες που αιματώνουν τον πλακούντα), ώστε να προβλεφθεί ποιες γυναίκες μπορεί να παρουσιάσουν προεκλαμψία, δηλαδή υπέρταση στην εγκυμοσύνη.

Πώς προκύπτει το αποτέλεσμα των πιθανοτήτων για το σύνδρομο Down;

Ο προσδιορισμός των πιθανοτήτων στο Β΄ τρίμηνο γίνεται με βάση την παρουσία ή όχι ορισμένων υπερηχογραφικών ευρημάτων, των δεικτών που ακολουθούν:

Η στατιστική πιθανότητα για την τρισωμία 21 (σύνδρομο Down) στο αναλυτικό υπερηχογράφημα προκύπτει από το συνδυασμό της πιθανότητας για το σύνδρομο Down στο υπερηχογράφημα του Α΄ τριμήνου και της ηλικίας της μητέρας και το αν υπάρχουν δείκτες ή όχι. Οι υπολογισμοί της πιθανότητας βασίζονται στη μελέτη: K.H Nicolaides. Screening for chromosomal defects (editorial). Ultrasound Obstetrics Gynecology 2003 April 21(4):313-21.

Οι γονείς λαμβάνοντας τα αποτελέσματα της εξέτασης θα  κατανοήσουν τις πληροφορίες που τους δίνονται με τη βοήθεια του γιατρού που εκτέλεσε το υπερηχογράφημα. Ανάλογα με την πιθανότητα που προκύπτει για το σύνδρομο Down, προσφέρεται στο ζευγάρι η επιλογή να αποφασίσει, μετά από συζήτηση με το θεράποντα ιατρό τους, αν θέλει να προχωρήσει σε περαιτέρω επεμβατικό έλεγχο για τη μελέτη των χρωμοσωμάτων του εμβρύου. Η αμνιοπαρακέντηση (λήψη αμνιακού υγρού) είναι ο επεμβατικός διαγνωστικός έλεγχος που προσφέρεται στο Β΄ τρίμηνο.

 

ΒΙΟΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΦΙΛ

Σε γενικές γραμμές, ένα δραστήριο έμβρυο είναι υγιές έμβρυο, και επομένως η μέτρηση της εμβρυϊκής δραστηριότητας είναι μια συνηθισμένη δοκιμασία ελέγχου της υγείας του.Το NST(non stress test) χρησιμοποιείται ως ελάχιστο μέσο εκτίμησης της κατάστασης του εμβρύου. Η εκτίμηση της βιοφυσικής δραστηριότητας (biophysical profile-βιοφυσικό προφίλ) του εμβρύου με τους υπερήχους είναι μέθοδος λεπτομερούς εκτίμησης της κατάστασης του εμβρύου, που περιλαμβάνει τον έλεγχο της καρδιακής λειτουργίας, των αναπνευστικών κινήσεων, των αδρών σωματικών κινήσεων, του μυϊκού τόνου και της ποσότητας του αμνιακού υγρού. Υποστηρίχτηκε ότι καλύτερη πληροφόρηση δίνεται με την εκτίμηση και του βαθμού ωριμότητας του πλακούντα.Το βιοφυσικό προφίλ του εμβρύου, όπως και το NST, έχει εξαιρετική προγνωστική αρνητική αξία για την εμβρυϊκή θνησιμότητα σε 72-96 ώρες μετά την εξέταση. Ωστόσο, το βιοφυσικό προφίλ από μόνο του δεν θεωρείται αξιόπιστη μέθοδος στην αντιμετώπιση των εμβρύων με ενδομήτριο καθυστέρηση της αναπτύξης που ζυγίζουν  <1000γρ λόγω του υψηλού ποσοστού ψευδώς θετικών και ψευδώς αρνητικών αποτελεσμάτων.

Οι πληροφορίες αυτές εκτιμούν τη λειτουργικότητα της μητροπλακουντιακής μοναδάς. Η υποξία επηρεάζει δυσμενώς την καρδιακή λειτουργία του εμβρύου, που διαπιστώνεται από την μέτρηση της βασικής συχνότητας, τις επιταχύνσεις, τις επιβραδύνσεις, το εύρος και τη συχνότητα των μεταβολών της καρδιακής συχνότητας  στη μονάδα του χρόνου. Σε μητροπλακουντιακή ανεπάρκεια, που συνεπάγεται υποξία και μειωμένη οξυγόνωση του εγκεφάλου του εμβρύου, επηρεάζεται δυσμενώς η λειτουργία του εμβρυϊκού φυτικού νευρικού συστήματος(συμπαθητικού και παρασυμπαθητικού) και  επομένως και η συμπεριφορά του εμβρύου. Η υποξαιμιά λοιπόν συνεπάγεται διαδοχικά τη μείωση ή κατάργηση των αναπνευστικών κινήσεων, των αδρών σωματικών κινήσεων και του μυϊκού τόνου του εμβρύου. Σε χρόνια υποξαιμία παρατηρείται μείωση της ποσότητας του αμνιακού υγρού και μπορεί  να παρατηρηθεί προώρη γήρανση του πλακούντα.

ΤΡΟΠΟΣ ΒΑΘΜΟΛΟΓΗΣΗΣ ΒΙΟΦΥΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ

Για την αντικειμενικότερη εκτίμηση και την απλούστερη καταγραφή τωνν προηγούμενων πληροφοριών, που σχετίζονται άμεσα με την οξυγόνωση και την κατάσταση του εμβρύου , προτάθηκε ένα σύστημα βαθμολόγησης (scoring system) της καρδιακής λειτουργίας (καρδιοτοκογράφημα ηρεμίας-NST), των αναπνευστικών (θωρακικών) κινήσεων, των αδρών σωματικών κινήσεων (σώματος, άκρων) του μυϊκού τόνου και της ποσότητας του αμνιακού υγρού. Ο κάλος εμβρυϊκός τόνος εκτιμάται και από τα άκρα που βρίσκονται σε κάμψη σε αντίθεση με τη χαλαρή τους στάση. Η ποσοτήτα του αμνιακού υγρού μπορεί να υπολογιστεί σε μεμονωμένες λίμνες αμνιακού υγρού ή ως δείκτης αθροίζοντας τις λίμνες του αμνιακού υγρού σε τέσσερα  τεταρτημόρια της μήτρας (ανησυχητικό εύρημα είναι αν ο δείκτης είναι κάτω από 5 cm).

Kάθε μια από αυτές τις παραμέτρους βαθμολογείται με 0 ή 2 όπου 0 είναι η χειρότερη βαθμολογία και 2 είναι η άριστη βαθμολογία για τη συγκεκριμένη παράμετρο. Επομένως, η άριστη βαθμολογία είναι 2Χ5=10 και στις περιπτώσεις αυτές θεωρείται ότι το έμβρυο έχει καλή οξυγόνωση και άρα βρίσκεται σε καλή κατάσταση. Στις προηγούμενες παραμετρούς μπορεί να προστεθεί και η εκτίμηση του βαθμού ωριμότητας του πλακούντα, αφού ο «γερασμένος» πλακούντας μπορεί να σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο περιγεννητικών επιπλοκών, Grande πλακούντα 0 έως και 2 βαθμολογείται με 2 ενώ Grande πλακούντα 3 βαθμολογείται με 0. Σε εκτίμηση και της ωριμότητας του πλακούντα η άριστη βαθμολογία είναι το 12.

Σε κάποιες βιβλιογραφικές πηγές υπάρχει ενδιάμεση βαθμολογία (με 1) αλλά οι ακραίες τιμές εξασφαλίζουν μεγαλυτέρη σαφήνεια στην ερμηνεία της εξέτασης. Επομένως, για να είναι σαφέστερα τα συμπεράσματα αυτής της βαθμολογιάς και να μπορούν ευκολότερα να ληφθούν αποφάσεις για ενδεχόμενο τοκετό, προτάθηκε η μη ύπαρξη ενδιάμεσης βαθμολόγησης. Ενώ η παρακολούθηση του εμβρυού υπολογίζεται περίπου στο 30 λεπτά, συμπεράσματα μπορεί να υπάρξουν πολύ νωρίτερα. Συχνά δεν υπάρχει «υπομονή» και, κυριώς, χρόνος για ολοκλήρωση της διαδικασιάς. Με άριστα το 10, βαθμολογία >8 σημαίνει καλή οξυγόνωση και επομένως καλή κατάσταση του εμβρύου. Βαθμολογία 6-8 σημαίνει ενδεχόμενη υποξαιμία του εμβρύου και επομένως ένα έμβρυο που ενδεχόμενα δυσπραγεί. Στις περιπτώσεις αυτές, πρέπει να γίνει επανέλεγχος της βιοφυσικής δραστηριότητας του εμβρύου σε 24 ώρες και αν η βαθμολογία εξακολουθεί να παραμένει χαμηλή προγραμματίζεται άμεσα τοκετός. Ωστόσο, η βραχείας διαρκειάς νηστεία της μητέρας μπορεί να οδηγήσει σε αναστρέψιμο επηρεασμό του βιοφυσικού προφίλ σε τμές κάτω από 8. Βαθμολογία <6 (<5 σε ενδιάμεση βαθμολογία) ερμηνεύεται ως σίγουρη υποξαιμία του εμβρύου και προγραμματίζεται άμεσα τοκετός.

Σε όλες τις περιπτώσεις, όπως και σε όλες τις μορφές εκτίμησης της κατάστασης του εμβρύου, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και το ιατρικό ιστορικό της εγκύου, το μαιευτικό ιστορικό και το ιστορικό γεγονότων και επιπλοκών στη διάρκεια της παρούσας κυήσης. Μεγάλη σημασία έχει η επαρκής ποσότητα του αμνιακού υγρού.

Πρέπει να σημειωθεί ότι παρόλο που η ποσότητα του αμνιακού υγρού βαθμολογείται και αυτή με 2, το «ειδικό της βάρος»είναι μεγαλύτερο αφού υπάρχει ολιγάμνιο με άρρηκτους τους εμβρυϊκούς υμένες και φυσιολογική ανατομία του ουροποιητικού συστήματος του εμβρύου, τότε το ολιγάμνιο μόνο από την υποξία του εμβρύου μπορεί να ερμηνευτεί. Η ελαττωμένη ποσότητα του αμνιακού υγρού εξασφαλίζει μικρότερη υποστήριξη  στην ομφαλίδα, που μπορεί να συμπιεστεί ευκολότερα, με αποτελέσμα την ελάττωση της αιματικής ροής και τη χρόνια εμβρυϊκή δυσπραγία.

Σχεδόν πάντα, σε ύπαρξη ολιγαμνίου προγραμματίζεται άμεσα τοκετός. Βέβαια, λογικό είναι στις περιπτώσεις αυτές να έχουν επηρεαστεί και οι υπόλοιπες παράμετροι της βιοφυσικής δραστηριότητας  του εμβρύου.

Οι αλλαγές του εμβρυϊκού τόνου, των αναπνευστικών κινήσεων και των αδρών σωματικών κινήσεων είναι πιθανότερο  να αποτελούν σημεία οξύ επηρεασμού του κεντρικού νευρικού συστήματος. Κάποιες απο τις αδρές σωματικές κινήσεις και από τα επεισόδια κάμψης-έκτασης γίνονται αισθητά από τη μητέρα σαν «σκιρτήματα» του εμβρύου. Η απώλεια της αίσθησης αυτής ή η διαπίστωση τους σε πολύ αραιά διαστήματα μπορεί να σχετίζονται με υποξία του εμβρύου.

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ  ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ  ΒΙΟΦΥΣΙΚΟΥ  ΠΡΟΦΙΛ  ΕΜΒΡΥΟΥ

             2            0
        NST >2 επιταχύνσεις διάρκειας >15’’ σε χρόνο 30’ <2 επιταχύνσεις διάρκειας >15’’ ή επιταχύνσεις διάρκειας <15’’ σε χρόνο 30’
Αναπνευστικές Κινήσεις >1 επεισόδιο διάρκειας >30’’ σε χρόνο 30’ Κανένα επεισόδιο διάρκειας >30’’σε χρόνο 30’
Αδρές Σωματικές Κινήσεις >3 ξεχωριστές κινήσεις σώματος-άκρων σε χρόνο 30’ <2 ξεχωριστές κινήσεις σώματος-άκρων σε χρόνο 30’
Μυϊκός Τόνος  >2 επεισόδια γρήγορης έκτασης-κάμψης του κορμού ή ανοίγμα & κλείσιμο χεριών Απουσία έκτασης-κάμψης ή πραγματοποίηση με πολύ αργό ρυθμό
Ποσότητα Αμνιακού Υγρού >1 λίμνη αμνιακού υγρού διαμέτρου σε 2 κάθετες μετρήσεις >2cm Απουσία λιμνών αμνιακού υγρού ή λίμνη με 2 κάθετες μετρήσεις <2cm

Back to top